Υπουργείο Παιδείας: Ειδικό νομοσχέδιο για τη σχολική βία

sxoleio amea

Οι ειδικοί υποστηρίζουν εδώ και χρόνια ότι η συνεργασία οικογένειας, σχολείου και ειδικών είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση των φαινομένων του σχολικού εκφοβισμού.

Στόχος πρέπει να είναι, όπως υποστηρίζουν, η πρόληψη τέτοιων καταστάσεων, αλλά αν δεν είναι εφικτό, τότε πρέπει να γίνεται έγκαιρη παρέμβαση.

Από την πλευρά της η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι “η πρόληψη και η αντιμετώπιση της ενδοσχολικής βίας αποτελεί προτεραιότητα για το υπουργείο Παιδείας. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουμε αναλάβει πολλαπλές, αλληλοσυμπληρούμενες πρωτοβουλίες, με άμεσα και πιο μακροχρόνια αποτελέσματα. Προχωρήσαμε σε πρόσληψη διπλάσιων ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών (από 1.600 το 2019, 3.200 το 2022), θεσμοθετήσαμε το Σύμβουλο Σχολικής Ζωής, ενδυναμώσαμε υποστηρικτικούς φορείς όπως τα ΚΕΔΑΣΥ, έχουμε αναπτύξει συνεργασίες και διενεργήσει επιμορφώσεις εκπαιδευτικών σε σχετικά θέματα”.

Και προσθέτει: “Συνεχίζουμε να επεκτείνουμε και να εμβαθύνουμε τις δράσεις μας για την αντιμετώπιση του φαινομένου, εισάγοντας ένα ειδικό, στοχευμένο νομοσχέδιο για την προώθηση θετικών προτύπων σχέσεων εντός της σχολικής κοινότητας. Ενδεικτικά, με αυτό δημιουργούνται ομάδες δράσεις για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας, αναπτύσσεται πλατφόρμα για την αναφορά περιστατικών βίας ακόμη και ανώνυμα. Πραγματοποιούμε, επιπλέον, συστηματικά επιμορφώσεις εκπαιδευτικών σε αυτή την κατεύθυνση. Λέμε όχι στον σχολικό εκφοβισμό, στεκόμαστε δίπλα σε κάθε παιδί, ώστε κανένα να μη νιώθει μόνο. Σπάμε τη σιωπή, ζούμε αρμονικά μαζί”.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας πληθαίνουν ή τουλάχιστον είναι περισσότερα αυτά που γίνονται γνωστά. Τα περισσότερα από αυτά τα περιστατικά λαμβάνουν χώρα μέσα στο σχολείο αλλά κάποια και έξω από αυτό. Καθώς όμως πρόκειται για μαθητές, όπου και αν λαμβάνουν χώρα τα περιστατικά, ο ρόλος του σχολείου είναι κρίσιμος.

“Η ειδοποιός διαφορά που ορίζει τα φαινόμενα αυτά ως σχολικό εκφοβισμό και που τα διαχωρίζει από τις -γνωστές από παλιά- συγκρούσεις εφήβων είναι η συστηματικότητα, η στοχοποίηση χωρίς πρόκληση και η επιθυμία να προκαλέσουν πόνο. Εξελίσσονται είτε ως σωματικές επιθέσεις, είτε ως ψυχολογική-συναισθηματική βία όπου επιστρατεύεται η χρήση απειλών, εκβιασμών, εξύβρισης, συκοφαντίας, εξευτελισμού αλλά μπορεί να λάβει ακόμη και τη μορφή της σεξουαλικής παρενόχλησης. Δεν μπορούμε δε να αγνοήσουμε και μια ακόμη μορφή εκφοβισμού, αυτή της διαδικτυακής παρενόχλησης που είναι επίσης επικίνδυνη, ιδιαίτερα μάλιστα όταν εξελίσσεται σε καθεστώς ανωνυμίας, ομαδικής στοχοποίησης ή μέσω ρητορικών μίσους, ρατσισμού και μισαλλοδοξίας, φαινόμενα που φαίνεται ότι διογκώθηκαν μέσω της κακής χρήσης του διαδικτύου, της ανεξέλεγκτης πρόσβασης, της απουσίας ελεγκτικών μηχανισμών αλλά και της ελλιπούς ψηφιακής γνώσης μιας μεγάλης μερίδας γονέων”, σημειώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Ρουμελιώτου και προσθέτει ότι τα περιστατικά σχολικής βίας πολύ συχνά οδηγούνται και στα εισαγγελικά γραφεία ή στις δικαστικές αίθουσες αφού έχουν ταυτότητα αδικήματος και ποινικά κολάσιμων πράξεων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ