Στην υπογραφή μνημονίου συνεργίας προχώρησαν ο ΑΔΜΗΕ και η ΤΕΡΝΑ με τον Διαχειριστική του εθνικού συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Ιταλίας, για τη νέα ηλεκτρική διασύνδεση που φέρνει και πάλι στο επίκεντρο την Θεσπρωτία.
Η νέα διασύνδεση συνεχούς ρεύματος (DC) μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας αποτελεί έργο στρατηγικής σημασίας που θα υποστηρίξει τις υφιστάμενες υποδομές αλλά και τη μελλοντική ανάπτυξη των δικτύων. Θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων απανθρακοποίησης, ενώ θα ενισχύσει τη θέση της Ελλαδας και της Ιταλίας ως ενεργειακών κόμβων στη Μεσόγειο.
Η διασύνδεση Ελλάδας-Ιταλίας αφορά στην ανάπτυξη μιας νέας υποθαλάσσιας γραμμής (Θεσπρωτία – Γαλατίνα), η οποία θα τριπλασιάσει το περιθώριο ανταλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας από 500 MW σήμερα σε 1.500 MW.
Το υποβρύχιο τμήμα του έργου υπολογίζεται σε 240 χλμ. ενώ τα υπόγεια τμήματα σε Ελλάδα και Ιταλία σε 55 χλμ. Η νέα ηλεκτρική διασύνδεση θα είναι συνεχούς ρεύματος (HVDC) με μεταφορική ικανότητα 1.000 MW και τεχνολογία μετατροπέων τάσης (Voltage Source Converters), η οποία χρησιμοποιείται επίσης στο καινοτόμο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Αττικής που ολοκλήρωσε πρόσφατα ο ΑΔΜΗΕ.
Ο προϋπολογισμός του project και για τις δύο χώρες εκτιμάται σε 1,85 δισ. ευρώ και με την οριστικοποίησή του, αναμένεται να συμπεριληφθεί στο δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης 2026-2035 του ΑΔΜΗΕ.
«Θέλουμε να τριπλασιάσουμε τη διασύνδεση, κάτι που έχει εξαιρετική σημασία. Η Ελλάδα είναι εξαγωγική χώρα ηλεκτρικής ενέργειας…Η κατεύθυνση που δίνουμε στην ΤΕΡΝΑ και στον ΑΔΜΗΕ είναι να προχωρήσουν το συντομότερο δυνατόν στην υλοποίηση του έργου» ανέφερε ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στις κοινές δηλώσεις που έκανε με την Ιταλίδα ομόλογό του.
Το μνημόνιο, ο ΑΔΜΗΕ και η ΤΕΡΝΑ
«Η ηλεκτρική διασυνδεσιμότητα διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην προώθηση των κλιματικών στόχων της Ευρώπης και στην “πράσινη” ενεργειακή μετάβαση. Ο νέος ενεργειακός διάδρομος μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας θα επεκτείνει το περιθώριο ανταλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας ενώ θα ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασμού και την αποδοτικότερη λειτουργία της ενοποιημένης ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού, προσφέροντας απτά οφέλη στους καταναλωτές και των δύο χωρών. Ο ΑΔΜΗΕ και η Terna, αξιοποιώντας την εκτεταμένη τους τεχνογνωσία και έχοντας εδραιώσει μία στενή συνεργασία, έχουν όλα τα εφόδια για να υλοποιήσουν επιτυχώς αυτό το στρατηγικής σημασίας έργο υποδομής», δήλωσε ο Μάνος Μανουσάκης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ.
«Η νέα υποθαλάσσια ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια στη νότια Ιταλία και θα διευκολύνει την αποδοτική προμήθεια ενέργειας, επιτρέποντας την αξιοποίηση νέων πηγών και τη συνέχιση των ανταλλαγών ηλεκτρισμού μεταξύ των δύο χωρών. Λειτουργώντας παράλληλα με την υφιστάμενη διασύνδεση, που τέθηκε σε λειτουργία το 2002, το έργο αυτό θα αυξήσει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας», τόνισε η Giuseppina Di Foggia, Διευθύνουσα Σύμβουλος και Γενική Διευθύντρια της Terna. «Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ένα διασυνδεδεμένο ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας είναι το κλειδί για ένα αξιόπιστο και βιώσιμο δίκτυο».
Το έργο θα έχει μεταφορική ικανότητα 1.000 MW και συνολικό μήκος περίπου 300 χλμ. Το υποβρύχιο τμήμα θα εκτείνεται σε μήκος περίπου 240 χλμ. με μέγιστο βάθος πόντισης 1.000 μέτρων. Η νέα διασύνδεση θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς την υπάρχουσα, ισχύος 500 MW, που ξεκίνησε τη λειτουργία της το 2002. Τέλος, ο ΑΔΜΗΕ και η Terna αναμένεται να επενδύσουν στο έργο περίπου 1,9 δισ. ευρώ.
Στην ιταλική πλευρά, το υποθαλάσσιο καλώδιο θα καταλήγει στον δήμο Melendugno, ενώ ο νέος Σταθμός Μετατροπής θα κατασκευαστεί στον δήμο Galatina, οι οποίοι υπάγονται στην επαρχία Λέτσε.
Το τριετές Μνημόνιο Συνεργασίας θεσπίζει μια κοινή διοικητική δομή του έργου, με στόχο τον σχεδιασμό της συνολικής στρατηγικής και τον συντονισμό των δραστηριοτήτων. Ο ΑΔΜΗΕ και η Terna θα προχωρήσουν επίσης στη σύναψη συμφωνιών για την από κοινού διαχείριση των διαγωνιστικών διαδικασιών προμήθειας καλωδίων και Σταθμών Μετατροπής, καθώς και για την κατασκευή των υποδομών.
Το GRITA 2 έχει ήδη συμπεριληφθεί στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Δικτύων (TYNDP) 2024 των Ευρωπαϊκών Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς και έχει προταθεί από κοινού για ένταξη στον δεύτερο κατάλογο Έργων Κοινού και Αμοιβαίου Ενδιαφέροντος (PCI/PMI).