Την ίδρυση και λειτουργία τουρκικού σχολείου στη Χιμάρα, από το κρατικά χρηματοδοτούμενο Türkiye Maarif Vakfı, φαίνεται να προωθεί η αλβανική κυβέρνηση, σύμφωνα με δημοσιεύματα. Η σχετική συμφωνία υπογράφηκε από τον διορισμένο δήμαρχο Βαγγέλη Τάβο, μετά την καθαίρεση του εκλεγμένου Φρέντι Μπελέρη, προκαλώντας έντονους προβληματισμούς για τις επιπτώσεις στα δικαιώματα και την ταυτότητα της ελληνικής εθνικής μειονότητας.
Το Türkiye Maarif Vakfı, ιδρυθέν από το τουρκικό Κοινοβούλιο και χρηματοδοτούμενο απευθείας από το τουρκικό κράτος, έχει αναλάβει διεθνώς την αντικατάσταση σχολείων του δικτύου Γκιουλέν και λειτουργεί σήμερα περισσότερα από 400 σχολεία σε 49 χώρες με 50.000 μαθητές. Πρόκειται για έναν από τους κύριους μοχλούς της τουρκικής «ήπιας ισχύος» στα Βαλκάνια, με στόχο περαιτέρω επέκταση.
Ο βουλευτής Πρέβεζας Κώστας Μπάρκας επισήμανε ότι κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η Ελλάδα είχε αναπτύξει συνεκτική στρατηγική στα Βαλκάνια, ασκώντας πίεση στην Αλβανία για τον σεβασμό των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας και συνδέοντας την ενταξιακή πορεία της χώρας στην ΕΕ με τη συμμόρφωσή της σε ευρωπαϊκά κριτήρια και το κράτος δικαίου.
Σήμερα, ωστόσο, η έλλειψη εθνικής στρατηγικής και η υποβάθμιση της ελληνικής διπλωματικής παρουσίας εγείρουν εύλογες ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα της κυβέρνησης να αντιδράσει στην επιχειρούμενη εγκατάσταση ενός τουρκικού εκπαιδευτικού φορέα στην καρδιά της ελληνικής μειονότητας.
Η Χιμάρα αποτελεί ιστορικό κέντρο του Ελληνισμού της Αλβανίας, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει πιέσεις, παραβιάσεις περιουσιακών δικαιωμάτων και περιορισμούς στην εκπροσώπηση της κοινότητας. Η ίδρυση τουρκικού σχολείου ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την κοινωνική συνοχή και να ενισχύσει εξωγενείς επιρροές.
Με βάση αυτά, ο Κώστας Μπάρκας κατέθεσε ερώτηση προς τον Υπουργό Εξωτερικών, ζητώντας ξεκάθαρη θέση της κυβέρνησης και ενημέρωση για τη στρατηγική της απέναντι στο ζήτημα.