Στην κατάργηση του αγροτικού γιατρού και την αντικατάστασή του από προσωπικό γιατρό υποχρεωτικής θητείας, προχωρεί το υπουργείο Υγείας με νομοσχέδιο που ως το τέλος του έτους θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση με στόχο τη σταδιακή εφαρμογή του εντός του 2024.
Το νομοσχέδιο θα προβλέπει επίσης οικονομικά και θεσμικά κίνητρα, τόσο για τον επαναπατρισμό παθολόγων και γενικών γιατρών που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό, όσο και για την προώθηση της επιλογής των δύο αυτών ιατρικών ειδικοτήτων από νέους γιατρούς.
Ανακοινώνοντας τη νέα αυτή πολιτική για την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και του θεσμού του προσωπικού γιατρού, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη, ανέφερε ότι «η χώρα μας αντιμετωπίζει, όπως και πολλές άλλες, έλλειψη ιατρικού προσωπικού. Παράγουμε υψηλό αριθμό γιατρών, αλλά οι νέοι γιατροί δεν επιλέγουν την Ελλάδα ως χώρα προοπτικής» και πρόσθεσε ότι μόνο 6% αποφοίτων ιατρικής επιλέγουν παθολογία ή γενική ιατρική όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι στο 26% και ο στόχος είναι να φτάσουμε το ποσοστό αυτό με τις επερχόμενες παρεμβάσεις.
Πέραν όμως των προσωπικών γιατρών υποχρεωτικής θητείας στην περιφέρεια, θα υπάρξει πρόβλεψη για επέκταση της υποχρεωτικής θητείας και στα αστικά κέντρα, με στόχο την ενίσχυση του θεσμού του προσωπικού γιατρού.
Σήμερα έχουμε 1.261 γιατρούς υπαίθρου και αναμένεται να ανοίξουν άλλες 1.270 θέσεις προσωπικών γιατρών υποχρεωτικής θητείας. Μέχρι τώρα οι εγγεγραμμένοι προσωπικοί γιατροί είναι 1.200 και καλύπτουν το 55% του πληθυσμού της χώρας. Με τις επερχόμενες παρεμβάσεις εκτιμάται ότι το 2024 θα έχουμε επιπλέον 2.500 προσωπικούς γιατρούς, εστιάζοντας στις ειδικότητες των παθολόγων και γενικών γιατρών.
Οι νέοι γιατροί που μετά την υπηρεσία υποχρεωτικής θητείας επιλέξουν για ειδικότητα τη γενική ιατρική ή παθολογία θα λαμβάνουν 46.000 ευρώ μικτά ή 30.000 ευρώ καθαρά, ετησίως. Θα προβλέπεται επίσης και πρόσθετο «μπόνους» για την ένταξη πολιτών στο πρόγραμμα «Φ. Γεννηματά» για τον προσυμπτωματικό έλεγχο κατά του καρκίνου.
Παράλληλα θα προστεθούν νέα κίνητρα για τις άγονες και νησιωτικές περιοχές, πέραν της αμοιβής των 1.800 ευρώ.