Αρνητικό είναι το κλίμα στην Ευρωπαική Ένωση για την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας λόγω της υπόθεσης Μπελέρη, καθώς οι Ευρωπαίοι έχοντας ανοίξει άλλα μέτωπα με την υποψηφιότητα της Ουκρανίας και της Γεωργίας δεν θέλουν να «σκαλίσουν» και πάλι την πονεμένη υπόθεση της υποψηφιότητας των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.
Μια διαδικασία η οποία ξεκίνησε με καθαρά πολιτικές αποφάσεις γνωρίζοντας ότι η προοπτική πλήρους ένταξης των χωρών αυτών θα μετατεθεί σε μη ορατό μέλλον. Όμως και στις υπουργικές συναντήσεις προετοιμασίας της Συνόδου Κορυφής, η Αθήνα παρά την ψυχρή στάση των Ευρωπαίων διεμήνυσε οτι δεν πρόκειται να υπάρξει αλλαγή στην στάση της, όπως διατυπώθηκε και με την ρητή επιφύλαξη που κατατέθηκε στην επιστολή που στάλθηκε στην Αλβανία για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Η Αθήνα σε μια κίνηση καλής θέλησης συναίνεσε να αποσταλεί η επιστολή ώστε έτσι να δοθεί και στην αλβανική κυβέρνηση η ευκαιρία για να κάνει ένα βήμα μπροστά και να αρθεί το αδιέξοδο. Η Αθήνα δεν ζήτησε τίποτε περισσότερο από το να δοθεί η άδεια στον Φρέντη Μπελέρη να μπορέσει αν και κρατούμενος να ορκισθεί και ετσι να αναγνωρισθεί το αποτέλεσμα των εκλογών στην Χιμάρα. Ευκαιρία που ο κ. Ράμα δεν αξιοποίησε.
Η Αθήνα, όμως, έχει ρητά δηλώσει ότι αυτή ήταν η τελευταία κίνηση και από δω και πέρα δεν πρόκειται να συναινέσει στα επόμενα στάδια της διαδικασίας που είναι η υιοθέτηση Έκθεσης εκκρεμοτήτων και η σύγκληση Διακυβερνητικής Διάσκεψης που εγκρίνονται με ομοφωνία προκειμένου να οδηγηθεί η Αλβανία στο στάδιο του ανοίγματος των ενταξιακών κεφαλαίων. Η Αθήνα υπενθυμίζει ότι ακόμη κι αν έφθανε σε αυτό το σημείο η Αλβανία τότε θα υπάρχουν 37 βέτο για το άνοιγμα και το κλείσιμο των Κεφαλαίων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Η Σύνοδος Κορυφής και τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου
Στην Σύνοδο Κορυφής (14-15 Δεκεμβρίου) δεν αναμένεται να γίνει εκτεταμένη συζήτηση για την διεύρυνση πέραν των νέων υποψηφίων χωρών Ουκρανίας, Μολδαβίας, Βοσνίας Ερζεγοβίνης, όμως από ελληνικής πλευράς θα επισημανθεί, εάν χρειασθεί και προκληθεί συζήτηση, η σταθερή θέση για μπλοκάρισμα της Αλβανίας.
Πάντως τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου που εγκρίθηκαν σχετικά με την Διεύρυνση περιλαμβάνουν στοιχεία τα οποία ταυτίζονται με τις Ελληνικές θέσεις: «Το Συμβούλιο καλεί την Αλβανία να συνεχίσει τις προσπάθειές της για περαιτέρω ενίσχυση της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και ελευθερίας έκφρασης, καθώς και των δικαιωμάτων των προσώπων που ανήκουν σε Μειονότητες. Το Συμβούλιο ενθαρρύνει την εφαρμογή συνολικής μεταρρύθμισης του τομέα της γης και την εδραίωση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας με διαφανή τρόπο, μεταξύ άλλων με την κατοχή ,διαβουλεύσεις με όλα τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ άλλων με την αντιμετώπιση περιπτώσεων παραποίησης εγγράφων και ταχεία προώθηση της διαδικασίας εγγραφής και αποζημίωσης. Το Συμβούλιο χαιρετίζει την έγκριση του παράγωγου δικαίου για τις μειονότητες και εξακολουθεί να παροτρύνει την Αλβανία να εγκρίνει και να εφαρμόσει ταχέως τους σχετικούς εναπομένοντες εσωτερικούς κανονισμούς σχετικά με τον νόμο-πλαίσιο του 2017 σχετικά με την προστασία των προσώπων που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών. Το Συμβούλιο ενθαρρύνει επίσης την Αλβανία να ολοκληρώσει όλες τις διαδικασίες που σχετίζονται με την εθνική απογραφή με πλήρη διαφάνεια και σύμφωνα με τα Διεθνή πρότυπα».
Ο Έντι Ράμα ενθαρρυμένος από την στάση των Ευρωπαίων που θεωρούν ως διμερές θέμα την υπόθεση Μπελέρη, θεωρεί ότι η Ελλάδα θα καμφθεί από τις πιέσεις των εταίρων και επενδύει στην κόπωση από μια αντιπαράθεση στην οποία ο ίδιος κρατάει το κλειδί.
Για την Αθήνα, όμως, πλέον η υποθεση Μπελέρη από την στιγμή που η κυβέρνηση επέλεξε να εμπλακεί ενεργά, είναι θέμα που αφορά όχι μονο την προστασία των δικαιωμάτων της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας αλλά και την ιδια την αξιοπιστία και το κύρος της στην περιοχή των Βαλκανίων. Και γι’ αυτό είναι μονόδρομος το μπλοκάρισμα της Ευρωπαϊκής πορείας της Αλβανίας.