
Η ανελέητη φοροεπιδρομή των τελευταίων ετών και το συνεχιζόμενο κλίμα αβεβαιότητας οδήγησαν ανθρώπους και επιχειρήσεις στη σκέψη να στραφούν στο εξωτερικό για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Σε επίπεδο μονάδων αυτό έγινε αντιληπτό με τη μεγάλη φυγή των Ελλήνων φοιτητών και νέων επιστημόνων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κυρίως, καθώς το φάσμα της ανεργίας απειλεί και τους πιο μορφωμένους και ταλαντούχους.
Και οι επιχειρήσεις όμως δεν έμειναν χωρίς απάντηση στη νέα πρόκληση που διαμορφώνεται με την όξυνση της κρίσης. Πολλές εταιρείες που είδαν τον τζίρο τους να μειώνεται και το κράτος να ζητάει το μεγαλύτερο μερίδιο των κερδών τους υπό μορφήν φόρων αναζήτησαν ένα πιο φιλικό επιχειρηματικό και, κυρίως, φορολογικό περιβάλλον.
Μια από τις χώρες που λειτούργησαν ως «χρυσή εφεδρεία» και κιβωτός διάσωσης είναι η Βουλγαρία. Λόγω της εγγύτητας της με τη χώρα μας και μιας σειράς άλλων λόγων, όπως είναι το θρήσκευμα και η κοινή νοοτροπία και ψυχισμός των δύο λαών, η γειτονική χώρα είναι από τις πρώτες όπου έστρεψαν το βλέμμα οι Έλληνες επιχειρηματίες, μετά την «αδελφή» Κύπρο βέβαια, όπου μετά από μια βαθιά αλλά σύντομη κρίση τα πράγματα δείχνουν να πηγαίνουν καλύτερα όσον αφορά την οικονομία της.
Το ελληνικό δαιμόνιο βρήκε πρόσφορο έδαφος στη γειτονική χώρα και γύρω από τις ελληνικές επιχειρήσεις αναπτύχθηκαν μικρές κοινωνίες Ελλήνων που αφενός έδωσαν πνοή στην τοπική οικονομία και αφετέρου επέστρεψαν μέρος των χρημάτων τους στις οικογένειες τους που έμειναν πίσω, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. Εξάλλου κάθε επιχείρηση συγκέντρωσε γύρω της και άλλες μικρές επιχειρήσεις που ασχολούνται με τη διασκέδαση και τη σίτιση των εργαζομένων.
Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι οι Βορειοελλαδίτες πετάγονται τακτικά ως τη Βουλγαρία για τα ψώνια του Σαββατοκύριακου, ενώ και οι φοιτητές που παραδοσιακά σπούδαζαν εκεί έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, καταλαβαίνουμε ότι η Σόφια και άλλες πόλεις έχουν γίνει σχεδόν… ελληνικές.
Οι επιχειρήσεις με έδρα στη Βουλγαρία έχουν στη δούλεψή τους Έλληνες εργάτες αλλά και εργαζομένους υψηλών προσόντων με εξειδίκευση και γνώσεις, κάτι που ανακουφίζει το πρόβλημα της ανεργίας που βιώνουν κάποιοι άνθρωποι με την εύρεση εργασίας λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα. Έτσι η παρουσία τους επί βουλγαρικού εδάφους είναι αμοιβαία επωφελής για επιχειρηματίες και εργαζόμενους και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί «προδοσία», όπως διατείνονται κάποιοι που αγνοούν το άκρως αποθαρρυντικό και εχθρικό φορολογικό πλαίσιο του ελληνικού κράτους.
Ένα ακόμη πλεονέκτημα της ελληνικής επιχειρηματικής παρουσίας στη χώρα είναι η σύναψη φιλικών ή και οικογενειακών δεσμών με άτομα από τη φίλη και ομόδοξη Βουλγαρία, καθώς και η ενίσχυση του ελληνικού τουρισμού από τους κατοίκους της, αλλά και από τους κατοίκους όλων των γειτονικών περιοχών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης όπου το ελληνικό επιχειρείν έχει απλώσει τα δίχτυα του (Ρουμανία, Ουκρανία, Ρωσία, Γεωργία κτλ.).
Κι αν το ελληνικό κράτος συχνά «γκρινιάζει» για τη φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων προς Βορράν, ας βρει το θάρρος να κοιτάξει τον εαυτό του στον καθρέφτη και δει πώς η γειτονική χώρα κατορθώνει, μέσα από ένα ανταγωνιστικό κόστος και ένα φορολογικό σύστημα που δεν πνίγει την επιχειρηματικότητα και δεν αλλάζει… κάθε βδομάδα, να πετύχει ισχυρούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.
Πηγή άρθρου: bulgary.gr – σύσταση εταιρείας στη Βουλγαρία
{jathumbnail off}