Ελληνική μελέτη για τον ιό του Νείλου

kounoupiΤα μεταναστευτικά πουλιά ευθύνονται για την μετάδοση και εξάπλωση του ιού του Δυτικού Νείλου, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ομάδων Ελλήνων επιστημόνων στο επιστημονικό έντυπο Virology Journal.

Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που αναφέρεται ότι στην Ελλάδα εντοπίστηκαν μολυσμένα άγρια πτηνά, πολλούς μήνες πριν σκεπάσει η επιδημία του ιού του Δυτικού Νείλου στην χώρα το 2010, με πιθανή προέλευση τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.

Ο αναπληρωτής καθηγητής Χαράλαμπος Μπιλλίνης και οι συνεργάτες του στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας της Κτηνιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ανέλυσαν δείγματα γηγενών και άγριων μεταναστευτικών πτηνών πριν και κατά το ξέσπασμα της επιδημίας στην Ελλάδα το 2010. Τότε είχαν μολυνθεί από τον ιό 35 άτομα τα οποία και απεβίωσαν, ενώ είχαν καταγραφεί και 262 άλλα μη θανατηφόρα κρούσματα.

Ο ιός που μεταδίδεται μέσω των κουνουπιών, ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 19367 στην Ουγκάντα, ενώ μέχρι τη δεκαετία του ’90 είχαν καταγραφεί μόνο σποραδικά κρούσματα παγκοσμίως. Έκτοτε έχουν καταγραφεί διάφορες εξάρσεις του ιού σε πολλές χώρες, περιλαμβανομένης και της Ελλάδας.

Σύμφωνα με τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία, οι άνθρωποι που μολύνονται από τον ιό του Δυτικού Νείλου, δεν έχουν επαρκές ιολογικό φορτίο στο αίμα τους ώστε με τη σειρά τους να μολύνουν τα κουνούπια που τους τσιμπάνε και έτσι να διευκολυνθεί η μετάδοση του ιού. Ωστόσο, διάφορα είδη πουλιών διαπιστώθηκε ότι έχουν επαρκή ποσότητα του ιού στο αίμα τους ώστε να θεωρούνται ξενιστές του κι έτσι να διευκολύνουν την μετάδοση του στα κουνούπια. Πάντως, τα ίδια τα πτηνά δεν φαίνεται να επηρεάζονται από τον ιό.

Οι επιστήμονες διερεύνησαν κατά πόσο τα άγρια πτηνά που περνάνε από την Ελλάδα, είχαν εκτεθεί στον ιό του Δυτικού Νείλου πριν το ξέσπασμα της επιδημίας στη χώρα μας το 2010. Γι’ αυτό το σκοπό, έλεγξαν δείγματα ορού και ιστών από 295 γηγενή και μεταναστευτικά πουλιά, τα οποία είχαν συλλέξει κυνηγοί τόσο πριν όσο και κατά το ξέσπασμα της επιδημίας, κατά τις κυνηγετικές περιόδους 2009 – 2010 και 2010 – 2011 στην Κεντρική Μακεδονία, όπου ήταν και το επίκεντρο των κρουσμάτων το 2010.

Από αυτά, τα 53 δείγματα βρέθηκαν θετικά στον ιό και, το σημαντικότερο, 14 θετικά δείγματα προέρχονταν από πουλιά έως και οκτώ μήνες προτού εκδηλωθούν τα πρώτα συμπτώματα σε ανθρώπους. Η γενετική ανάλυση έδειξε αυξημένη τοξικότητα των εν λόγω δειγμάτων.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι, με βάση αυτά τα ευρήματα, τα άγρια πτηνά πιθανότατα επέτρεψαν τη διατήρηση και τη μετάδοση του ιού πριν και κατά τη διάρκεια της εμφάνισης της επιδημίας.

Σύμφωνα με τον κ.Μπιλλίνη, τα μεταναστευτικά πουλιά, που είχαν προηγουμένως εκτεθεί στον ιό του Δυτικού Νείλου μάλλον στην Κεντρική Ευρώπη, είναι πολύ πιθανό ότι τον εισήγαγαν μετά στην Ελλάδα. Δεν αποκλείεται πάντως και η εναλλακτική πιθανότητα να ήταν η ενδημική κυκλοφορία του ιού αυτή που προκάλεσε το ξέσπασμα στην Ελλάδα, μετά από την ύπαρξη των κατάλληλων συνθηκών εξάπλωσης.

Ο αρχισυντάκτης του Virology Journal καθηγητής Λίνφα Γουάνγκ σχολίασε ότι «η εν λόγω μελέτη δείχνει τη σημασία της επιτήρησης των άγριων πτηνών για ζωονόσους, όπως ο ιός του Δυτικού Νείλου. Δείχνει επίσης, ότι η επιτήρηση στη φύση, πριν την εμφάνιση της νόσου, μπορεί να αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο στο πλαίσιο ενός αποτελεσματικού συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης που θα εμποδίζει ή/και θα μειώνει τις επιπτώσεις τέτοιων εμφανιζόμενων μολυσματικών ασθενειών».

Στην έρευνα συμμετείχαν, επίσης, οι Γιώργος Βαλιάκος, Αντωνία Τουλούδη, Λαμπρινή Αθανασίου, Αλέξιος Γιαννακόπουλος, Χρήστος Ιακωβάκης, Περικλής Μπίρτσας, Βασιλική Σπύρου, Ζήσης Νταλαμπίρας και Λιλιάνα Πέτροφσκα, από την Κτηνιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το Εργαστήριο Έρευνας Ζωονόσων του Ινστιτούτου Βιοιατρικής Έρευνας και Τεχνολογίας στη Λάρισα, το Τμήμα Δασοπονίας (παράρτημα Καρδίτσας) και το Τμήμα Ζωικής Παραγωγής του ΤΕΙ Λάρισας, καθώς και την Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας-Θράκης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ