Τριάντα τρεις ανθρώπους ενέπλεξε τον Ιούνιο του 2008 η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ σε μια – όπως έλεγαν τότε- από τις μεγαλύτερες υποθέσεις διαφθοράς στην Ελληνική Αστυνομία.
Ανάμεσα σ’ αυτούς συγκαταλέγονταν συνοριακοί φύλακες, αστυνομικοί, μία τελωνειακός και ιδιώτες Έλληνες και Αλβανοί, ως μέλη σπείρας που διακινούσε από τα ελληνοαλβανικά σύνορα με κλεμμένα αυτοκίνητα και με αμοιβή Αλβανούς λαθρομετανάστες.
Τότε η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ κόμπαζε για τα αποτελέσματα της «πολύμηνης έρευνας» και ισχυρίζονταν ότι εξάρθρωσε «εγκληματική ομάδα με δομημένη και διαρκή δράση, που ενεργούσαν κατ’ επάγγελμα, διακινώντας με κλεμμένα αυτοκίνητα μέσω της ελληνοαλβανικής μεθορίου στο Νομό Ιωαννίνων στο εσωτερικό της χώρας, λαθρομετανάστες από την Αλβανία με αμοιβές που εισέπρατταν και κυμαίνονταν από 1.000 έως 2.000 ευρώ κατ’ άτομο».
Μάλιστα ισχυρίζονταν ότι «από τα στοιχεία της δικογραφίας προέκυψε ότι η εγκληματική ομάδα δραστηριοποιείτο από δεκαετίας στο Νομό Ιωαννίνων, είχε διεθνείς διασυνδέσεις, και ότι μόνο 2007 οργάνωσαν, συντόνισαν και συμμετείχαν σε δέκα τουλάχιστον περιπτώσεις διακίνησης λαθρομεταναστών με δεκαπέντε αυτοκίνητα…»
Μάλιστα τότε δεσμεύθηκαν τραπεζικές καταθέσεις ύψους 656.000 ευρώ, ποσά που βρέθηκαν σε λογαριασμούς κατηγορουμένων, ενώ κατασχέθηκαν χρηματικά ποσά σε μετρητά και επιταγές, βιβλιάρια καταθέσεων, κινητά τηλέφωνα, αυτοκίνητα και άλλα πειστήρια σχετικά με την υπόθεση.
Από τον εισαγγελέα Πρωτοδικών Ιωαννίνων ασκήθηκε ποινική δίωξη για «συγκρότηση εγκληματικής ομάδας με δομημένη και διαρκή δράση, επιδιώκουσα τη διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων όπως διακεκριμένων κλοπών, καθώς και για τη διευκόλυνση της παράνομης εισόδου σε ελληνικό έδαφος υπηκόων τρίτης χώρας, εκ κερδοσκοπίας πραττόμενη», καθώς και για άλλα αδικήματα.
Για την «στοιχειοθετημένη» αυτή υπόθεση τέσσερις άνθρωποι προφυλακίστηκαν για περισσότερο από ένα χρόνο, σε βάρος συνοριακού φύλακα κινήθηκε αμέσως η διαδικασία επιβολής του διοικητικού μέτρου της διαθεσιμότητας καθώς και της οριστικής απόλυσης από το Σώμα, στην πορεία συνοριακοί έχασαν τη δουλειά τους, 33 οικογένειες διασύρθηκαν, άλλοι κατηγορούμενοι ταλαιπωρήθηκαν οι ίδιοι και οι οικογένειες τους…
Δύο χιλιάδες μέρες μετά ή αν προτιμάτε 5,5 χρόνια οι 33 κατηγορούμενοι αποδίδονται αθώοι , ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και με ομόφωνη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων στην κοινωνία.
Στην ίδια κοινωνία που επί 5,5 χρόνια, η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ τους διέσυρε.
Πρόκειται για ανικανότητα;
Για εσφαλμένες εκτιμήσεις και τερατώδη λάθη μίλησαν οι συνήγοροι των κατηγορουμένων ενώ αποκαλυπτική είναι η δήλωση που έκαναν στο Epiruspost.gr οι δικηγόροι Αμαλία Τάσση και Δημήτρης Μπούκας και αφορά στη δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών και των ποσών που τελικώς δικαιολογήθηκαν στο ακέραιο.
«Δεσμεύτηκαν λογαριασμοί ακόμη και συγγενών οι οποίοι στη συνέχεια κατηγορήθηκαν γι’ αυτό. Μετά από μεγάλη έρευνα και πλήθος δικαιολογητικών αποδείχθηκε η προέλευσή τους ευρώ προς ευρώ. Κι αυτό έγινε μέσα από νόμιμα παραστατικά εικοσαετίας», υπογράμμισαν.
Μάλιστα τόνισαν ότι το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων ήταν αποταμιευμένο πριν την ένταξη του γιου της οικογένειας στην Ελληνική Αστυνομία.
Ο Βαγγέλης Ντεμίρης, εργολάβος στο επάγγελμα, ήταν κατηγορούμενος ο ίδιος. Κατηγορούμενος και ο γιος του, ο οποίος μάλιστα είχε προφυλακιστεί.
Η πολυετής ταλαιπωρία της οικογένειάς του τον συγκινεί. Συνομιλεί με τους δικηγόρους του, μετά την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας και την αθωωτική απόφαση και δεν μπορεί να πιστέψει ότι η περιπέτεια πήρε τέλος.
«Το μόνο που θέλω να πω είναι ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Αμαλία και τον Δημήτρη» λέει στο Epiruspost, αναφερόμενος στους δικηγόρους του Αμαλία Τάσση και Δημήτρη Μπούκα.
Και εξηγεί ότι έχει λόγους για το ευχαριστώ αυτό. «Με περιέβαλαν με αγάπη κι εμπιστοσύνη. Πρώτα με αντιμετώπισαν ανθρώπινα, ζεστά και στη συνέχεια ως δικηγόροι… Γι’ αυτό τους ευχαριστώ πολύ…»